Θεμιστοκλής Σοφούλης

Όνομα πατρός: Παναγιώτης

1860 - 1949

Πολιτειολόγος

Ο Θεμιστοκλής Σοφούλης γεννήθηκε το 1860 στο Βαθύ Σάμου και προερχόταν από οικογένεια με ενεργή παρουσία στους πολιτικούς αγώνες του νησιού. Η πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε το 1900, οπότε διέκοψε την επαγγελματική του πορεία ως αρχαιολόγος. Επέστρεψε στη Σάμο και εξελέγη στις πρώτες καθολικές και άμεσες εκλογές του νησιού πληρεξούσιος στη Συνέλευση, όπου και συγκρότησε το «Προοδευτικό» ή «Βαθιώτικο» ή «Ηγεμονικό» κόμμα. Το 1908 ηγήθηκε εξέγερσης κατά του ηγεμόνα Ανδρέα Κοπάση, η οποία κατεστάλη από τον οθωμανικό στόλο, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε θάνατο. Διέφυγε στην Αθήνα, όπου παρέμεινε για τέσσερα χρόνια, συνεχίζοντας πλέον την πολιτική του δράση στην πρωτεύουσα. Συγκεκριμένα στις εκλογές Νοεμβρίου του 1910 συμμετείχε ως υποψήφιος Αττικοβοιωτίας στο ψηφοδέλτιο της Ένωσης Ελληνικών Σωματείων, αλλά δεν κατάφερε να εκλεγεί. Μετά την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, ο Θ. Σοφούλης επέστρεψε στη Σάμο, όπου οργάνωσε νέο επαναστατικό κίνημα, το οποίο κατέληξε στην οριστική απομάκρυνση του οθωμανικού στόλου από το νησί. Η Εθνοσυνέλευση των Σαμίων, που συγκλήθηκε αμέσως μετά, στις 30 Σεπτεμβρίου 1912, τον εξέλεξε πρόεδρό της και στις 11 Νοεμβρίου του ίδιου έτους κήρυξε την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Ο Θ. Σοφούλης παρέμεινε πρόεδρος της σχηματισθείσας τοπικής προσωρινής κυβέρνησης έως τον Απρίλιο του 1914, οπότε και διορίστηκε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας από την κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου, θέση στην οποία παρέμεινε έως τον Φεβρουάριο του 1915, όταν παραιτήθηκε εξαιτίας της ρήξης του πρωθυπουργού με τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Στις εκλογές του Μαΐου του ίδιου έτους ο Θ. Σοφούλης εξελέγη πρώτη φορά στο ελληνικό κοινοβούλιο βουλευτής Σάμου με το Κόμμα Φιλελευθέρων. Συμμετείχε στο κίνημα της «Εθνικής Άμυνας» και ανέλαβε την Ανώτατη Διεύθυνση επί των Εσωτερικών στις 6 Οκτωβρίου 1916 στην Προσωρινή κυβέρνηση Θεσσαλονίκης του Ελ. Βενιζέλου. Μετά την επάνοδο του τελευταίου στην Αθήνα, ο Θ. Σοφούλης εξελέγη Πρόεδρος της αποκαλούμενης «Βουλής των Λαζάρων» (12.7.1917-10.9.1920). Στις εκλογές του 1920 πολιτεύτηκε στην Σάμο με το Κόμμα Φιλελευθέρων, αλλά δεν εξελέγη. Κατά την ταραχώδη περίοδο 1922 – 1923 αναδείχθηκε στην ηγετική ομάδα του κόμματος και στις εκλογές του 1923 επανεξελέγη βουλευτής και ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου (11.1.1924-6.2.1924) και στη συνέχεια στην κυβέρνηση Γ. Καφαντάρη (6.2.1924-12.3.1924). Οι πολιτικές διεργασίες της άνοιξης του 1924, ανάμεσα στα ηγετικά στελέχη του Κόμματος Φιλελευθέρων σχετικά με τη στάση του στο δημοψήφισμα για το πολίτευμα και την ανακήρυξη της αβασίλευτης Δημοκρατίας, οδήγησαν στην ανάδειξη του Θ. Σοφούλη σε αρχηγό από μια μερίδα στελεχών, οι οποίοι αποκλήθηκαν «ακραιφνείς Φιλελεύθεροι» σε αντιδιαστολή προς τις διασπαστικές ομάδες που σχηματίστηκαν. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους ανέλαβε για σύντομο διάστημα την πρωθυπουργία σε κυβέρνηση συνεργασίας (25.7.1924-7.10.1924). Τον Οκτώβριο του 1926 ο Θ. Σοφούλης προχώρησε στην ίδρυση του Φιλελεύθερου Προσφυγικού Κόμματος (ΦΠΚ), με το οποίο αναδείχθηκε βουλευτής στις εκλογές του ίδιου έτους και στη συνέχεια εξελέγη Πρόεδρος της Βουλής (6.12.1926-16.10.1928). Στις εκλογές του 1928 επανεξελέγη με το Κόμμα Φιλελευθέρων, στο οποίο είχε επανέλθει νωρίτερα, και ανέλαβε υπουργός Στρατιωτικών (4.7.1928-19.11.1930) στις κυβερνήσεις του Ε. Βενιζέλου, ενώ στη συνέχεια εξελέγη Πρόεδρος της Βουλής (19.11.1930-23.10.1932). Το 1932 εξελέγη και πάλι βουλευτής με το ΚΦ και αναδείχθηκε εκ νέου Πρόεδρος της Βουλής (2.11.1932-26.3.1933). Όταν ξέσπασε το κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, ο Θ. Σοφούλης επέστρεψε στη Σάμο, έχοντας ταχθεί από πριν ενάντια, ωστόσο στις 2 Μαρτίου συνελήφθη και παραπέμφθηκε σε δίκη για συμμετοχή, αλλά απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες. Μετά το κίνημα του 1935, ο Θ. Σοφούλης επικράτησε σταδιακά ως αρχηγός του ΚΦ. Στις εκλογές του 1936 επανεξελέγη βουλευτής Σάμου και στη συνέχεια Πρόεδρος της Βουλής (6.3.1936-4.8.1936), με τη στήριξη των βουλευτών του Παλλαϊκού Μετώπου, μετά την υπογραφή συμφώνου με τον εκπρόσωπο της κοινοβουλευτικής ομάδας, Στυλιανό Σκλάβαινα, γνωστό ως «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα». Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, ο Θ. Σοφούλης παρά την αποστολή επιστολών και υπομνημάτων προς τον Γεώργιο Β΄ και την υπογραφή διακηρύξεων κατά της δικτατορίας δεν φυλακίστηκε, ούτε εξορίστηκε, λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του. Παρά τις αντιδικτατορικές κινήσεις και τη συμμετοχή πολλών στελεχών του Κόμματος Φιλελευθέρων σε αντιδικτατορικές ομάδες, ο Θ. Σοφούλης ήταν αντίθετος σε οποιαδήποτε προσπάθεια βίαιης ανατροπής, γεγονός που επιβεβαίωσε η αρνητική του στάση και η αποτροπή προς τα φιλελεύθερα στελέχη της Κρήτης για το Κίνημα των Χανίων, τον Ιούλιο του 1938. Στην περίοδο της Κατοχής, πρωταγωνίστησε στις συνεννοήσεις, οι οποίες οδήγησαν στην υπογραφή του Πρωτοκόλλου τον Μάρτιο του 1942, με το οποίο τα κόμματα ζητούσαν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος πριν την επάνοδο του Γεωργίου Β΄ στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση. Παράλληλα, ο Θ. Σοφούλης απέρριψε τις προτάσεις του ΕΑΜ για τον σχηματισμό κοινού αντιστασιακού μετώπου, προβάλλοντας μια πολιτική «υπομονής και σύνεσης». Στη συνέχεια, μετά από πιέσεις βενιζελικών αξιωματικών, συναίνεσε στη συγκρότηση αντιστασιακής ομάδας με την ονομασία «Αγών Απελευθερώσεως, Αναγεννήσεως» ή «ΑΑΑ» και αργότερα στη συγκρότηση του «Εθνικού Δημοκρατικού Ελευθερωτικού Μετώπου» (ΕΔΕΜ), χωρίς όμως ο ίδιος να αναλάβει ηγετικό ρόλο. Παρ’ όλα αυτά, στις 13 Μαΐου 1944 συνελήφθη από τις αρχές Κατοχής και παρέμεινε στις φυλακές Χαϊδαρίου μέχρι τις 6 Σεπτεμβρίου 1944. Τον Φεβρουάριο του 1945 τάχθηκε ως αρχηγός του ΚΦ υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας και το καλοκαίρι του ίδιου έτους συμμετείχε στη συγκρότηση της «Εθνικής Οργάνωσης Δημοκρατικού Αγώνα» (ΕΟΔΑ), του κοινού μετώπου των αστικών δημοκρατικών δυνάμεων, καταγγέλλοντας τη «λευκή τρομοκρατία» και ζητώντας την αναθεώρηση των εκλογικών καταλόγων και εγγυήσεις για τη διεξαγωγή γνήσιου δημοψηφίσματος. Τον Νοέμβριο του 1945 σχημάτισε κυβέρνηση (22.11.1945-4.4.1946) με στόχο, μεταξύ άλλων, τη διεξαγωγή εκλογών στις 31 Μαρτίου 1946, στις οποίες επανεξελέγη βουλευτής. Ενόψει του δημοψηφίσματος, την 1η Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, τάχθηκε εκ νέου υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, ωστόσο αναγνώρισε το αποτέλεσμα, που οδήγησε στην παλινόρθωση του βασιλιά Γεωργίου Β΄. Τον Ιανουάριο του 1947 ο Θ. Σοφούλης αρνήθηκε τη συμμετοχή στην κυβέρνηση που σχημάτισε από πλευράς του Λαϊκού Κόμματος, ο Δημήτριος Μάξιμος με τη συμμετοχή όλων των κομμάτων του κοινοβουλίου, τονίζοντας την ανάγκη υϊοθέτησης, της «πολιτικής του κατευνασμού» που πρότεινε το ΚΦ. Ενδεικτική της πολιτικής αυτής υπήρξε η ανταλλαγή σημειωμάτων του Θ. Σοφούλη με το ΕΑΜ, το καλοκαίρι του 1947, σε μια προσπάθεια διερεύνησης πολιτικής λύσης για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου, η οποία δεν τελεσφόρησε. Ο Θ. Σοφούλης ανέλαβε για τελευταία φορά την πρωθυπουργία τον Σεπτέμβριο του 1947, στην σχηματισθείσα κυβέρνηση συνεργασίας Κόμματος Φιλελευθέρων και Λαϊκού Κόμματος (7.9.1947-24.6.1949) και απεβίωσε στις 24 Ιουνίου 1949, όντας εν ενεργεία πρωθυπουργός.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Ιωάννης Δ. Βαρκιτζής, «Σοφούλης, Θεμιστοκλής», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 22, Αθήνα 1933, σ. 191.

«Σοφούλης, Θεμιστοκλής», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 9Α, Αθήνα 1988, σ. 350-352.

Σπύρος Λιναρδάτος, 4η Αυγούστου, 51988.

Thanasis D. Sfikas, «A Prime Minister for All Time: Themistoklis Sofoulis from Premiership to Opposition to Premiership, 1945-1949», Carabott Ph., Sfikas T. D. (επιμ.), The Greek Civil War. Essays on a Conflict of Exceptionalism and Silences, Great Britain 2003, σ. 75-99.

Σοφία Ν. Λαΐου (επιμ.), Συνταγματικά κείμενα της Ηγεμονίας Σάμου, Αθήνα 2013.

Διονύσης Χουρχούλης, Θεμιστοκλής Π. Σοφούλης, Αθήνα 2014.