1876-1966
Ο Στυλιανός Γονατάς του Επαμεινώνδα γεννήθηκε στην Πάτρα το 1876. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και τοποθετήθηκε στη συνέχεια στη χαρτογραφική υπηρεσία του στρατού. Το 1907 διορίστηκε γραμματέας στο Προξενείο της Αδριανούπολης και από τη θέση αυτή έλαβε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα στην περιοχή της Θράκης. Μετά την εκδήλωση του κινήματος των Νεοτούρκων το 1908, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών συγκρότησε την «Πανελλήνια Οργάνωση» υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Παναγιώτη Δαγκλή, στην οποία ο Στυλ. Γονατάς ανέλαβε τη διεύθυνση του τμήματος της Θράκης μέχρι τη διάλυσή της τον Αύγουστο του 1909.
Με την επιστροφή του στην Αθήνα ο Στυλ. Γονατάς έλαβε μέρος στο Κίνημα στο Γουδί. Πολέμησε στους Βαλκανικούς Πολέμους, συμμετείχε στις ελληνικές δυνάμεις που εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1912 και στη συνέχεια εστάλη στο μέτωπο της ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Μετά το τέλος του πολέμου προήχθη σε Ταγματάρχη και τοποθετήθηκε το 1915 στο Γενικό Επιτελείο Στρατού. Δυο χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 1917, προήχθη σε αντισυνταγματάρχη, ενώ λίγους μήνες αργότερα τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους έλαβε τον βαθμό του συνταγματάρχη και τοποθετήθηκε στη IV Μεραρχία στο Ναύπλιο.
Το 1919 ανέλαβε διοικητής της βάσης Οδησσού στην εκστρατεία της Ουκρανίας, μετά το πέρας της οποίας ακολούθησε τις ελληνικές δυνάμεις στη μικρασιατική εκστρατεία και τοποθετήθηκε το ίδιο έτος αρχικά υποδιοικητής στη βάση της Σμύρνης, ενώ ανέλαβε στη συνέχεια διοικητής πεζικού της Ι Μεραρχίας και φρούραρχος Αϊδινίου. Τον Σεπτέμβριο του 1920 ανέλαβε διοικητής της βάσης Σμύρνης και τον Νοέμβριο του ίδιου έτους τοποθετήθηκε Επιτελάρχης στο Α΄ Σώμα Στρατού με έδρα τη Φιλαδέλφεια.
Μετά την ήττα των ελληνικών δυνάμεων στο μέτωπο της Μικράς Ασίας, τον Σεπτέμβριο του 1922, ο Στυλ. Γονατάς κατέφυγε με το στράτευμά του στη Μυτιλήνη. Εκεί συμμετείχε στο στρατιωτικό κίνημα, που εκδηλώθηκε τον Σεπτέμβριο από αξιωματικούς των ελληνικών δυνάμεων και στη συνέχεια μετείχε στην πρώτη επαναστατική επιτροπή και ανέλαβε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής από κοινού με τον Νικόλαο Πλαστήρα και τον πλοίαρχο Δημήτριο Φωκά. Η Επαναστατική Επιτροπή διαλύθηκε στις 14 Νοεμβρίου 1922, οπότε ο Στυλ. Γονατάς ανέλαβε την πρωθυπουργία (14.11.1922-11.1.1924) στην «επαναστατική» κυβέρνηση, που σχηματίστηκε και ο Νικ. Πλαστήρας την «επαναστατική αρχή».
Ο Στυλ. Γονατάς πολιτεύθηκε και εξελέγη πρώτη φορά βουλευτής στην περιφέρεια Αθηνών-Πειραιώς στις εκλογές του 1923 και εκπροσώπησε στο Κοινοβούλιο την αποκαλούμενη «επαναστατική ομάδα» ή «ομάδα των επαναστατικών πληρεξούσιων», η οποία αποτελούνταν από 20 πληρεξούσιους υπερασπιζόμενους τις αποφάσεις και τα μέτρα που είχε λάβει η «επαναστατική» κυβέρνηση. Μετά τη λήξη της κυβερνητικής του θητείας τον Ιανουάριο του 1924 αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του συνταγματάρχη, ενώ με διάταγμα του Υπουργείου Στρατιωτικών έλαβε τιμητική προαγωγή στον βαθμό του αντιστράτηγου εν αποστρατεία μαζί με τον Νικ. Πλαστήρα ως αρχηγοί της «επανάστασης» του 1922. Στις εκλογές του 1926 δεν έθεσε υποψηφιότητα, καθώς ο Γ. Καφαντάρης και ο Ανδρ. Μιχαλακόπουλος που κατάρτισαν τους συνδυασμούς της Ένωσης Φιλελευθέρων, αποφάσισαν τον αποκλεισμό των προσώπων που είχαν εμπλακεί στο στρατιωτικό κίνημα του 1922. Ο Στυλ. Γονατάς αποκλείστηκε και στις εκλογές του 1928 από τον συνδυασμό του Κόμματος Φιλελευθέρων με στόχο τον προσεταιρισμό ψηφοφόρων του Λαϊκού Κόμματος, ωστόσο πολιτεύθηκε στις γερουσιαστικές εκλογές του 1929 και εξελέγη γερουσιαστής Αττικοβοιωτίας με το Κόμμα Φιλελευθέρων (ΚΦ). Η εκλογή του σηματοδότησε την ένταξή του στο ΚΦ και τη συμμετοχή του στη Διοικούσα Επιτροπή του κόμματος μαζί με τον Θεμιστοκλή Σοφούλη υπό την προεδρία του Ελ. Βενιζέλου. Στον ανασχηματισμό της κυβέρνησης του Ελ. Βενιζέλου, αποτέλεσε έναν από τους επτά γερουσιαστές που συμμετείχαν στο νέο κυβερνητικό σχήμα, αναλαμβάνοντας αρχικά υπουργός Συγκοινωνιών (7.6.1929-16.12.1929) και στη συνέχεια υπουργός Γενικής Διοίκησης Θεσσαλονίκης (16.12.1929-26.5.1932), θέση που διατήρησε και στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου (27.5.1932-5.6.1932), ενώ στη συνέχεια ανέλαβε Γενικός Διοικητής Μακεδονίας (5.6.1932-4.11.1932) στη διάδοχη κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου. Αμέσως μετά αναδείχθηκε πρόεδρος της Γερουσίας (2.11.1932-11.9.1934).
Ο Στυλ. Γονατάς αν και είχε ενημερωθεί για την οργάνωση του κινήματος που ξέσπασε τη 1η Μαρτίου 1935, δεν είχε ενεργό συμμετοχή. Μετά την αποτυχία του κινήματος συνελήφθη ωστόσο και παραπέμφθηκε σε δίκη υπό το Έκτακτο Στρατοδικείο, όπου καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε στις φυλακές Ωρωπού, όπου παρέμεινε έως τις 2 Δεκεμβρίου 1935, οπότε ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ μετά την παλινόρθωσή του απέδωσε χάρη στους πολιτικούς. Μετά την αποφυλάκισή του ο Στυλ. Γονατάς πολιτεύθηκε στις εκλογές του 1936 και επανεξελέγη βουλευτής Πειραιώς με το ΚΦ. Μετά τον θάνατο του Ελ. Βενιζέλου διατήρησε τη θέση του στην ανασυγκροτηθείσα Διοικούσα Επιτροπή του ΚΦ, η οποία συμπληρώθηκε με τον Κωνσταντίνο Γκότση.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου ο Στυλ. Γονατάς συνελήφθη στις 28 Ιουλίου 1938 με την κατηγορία της υποκίνησης δράσεων κατά του καθεστώτος και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους εκτοπίστηκε στη Μύκονο, ενώ ένα χρόνο αργότερα μεταφέρθηκε για λόγους υγείας στη Σύρο, όπου παρέμεινε εξόριστος έως τα τέλη του 1940.
Λίγο μετά την έναρξη της Κατοχής ο Θεμ. Σοφούλης με επιστολή του τον Αύγουστο του 1941 προς τον Στυλ. Γονατά τον όρισε τον υπαρχηγό του κόμματος σε περίπτωση αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του. Στη συνέχεια όμως ο Στυλ. Γονατάς αποστασιοποιήθηκε από τον Θεμ. Σοφούλη, καθώς διαφώνησε επί της πολιτικής κατεύθυνσης του ΚΦ. Συγχρόνως, ήρθε σε επαφή με τον Ναπολέοντα Ζέρβα και υποστήριξε τη συγκρότηση του ΕΔΕΣ. Υποστήριξε τα στελέχη του ΕΔΕΣ Αθηνών κατά τη διάσπαση της οργάνωσης το 1943, οπότε και διέκοψε τις επαφές του με τον Ναπ. Ζέρβα και στήριξε τη συγκρότηση των Ταγμάτων Ασφαλείας από την κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη. Ο Στυλ. Γονατάς στις 13 Μαΐου 1944 συνελήφθη από τις γερμανικές αρχές κατοχής και μεταφέρθηκε στις φυλακές Χαϊδαρίου, όπου παρέμεινε έως τον Σεπτέμβριο.
Μεταπολεμικά, διαφώνησε με τη θέση του ΚΦ υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας, αποχώρησε από το κόμμα και στις 18 Μαρτίου 1945 ανακοίνωσε τη δημιουργία του Κόμματος Εθνικών Φιλελευθέρων (ΚΕΦ). Στις εκλογές του 1946 το ΚΕΦ συμμετείχε στον συνασπισμό της Ηνωμένης Παράταξης Εθνικοφρόνων και ο Στυλ. Γονατάς εξελέγη βουλευτής Αθηνών, αναλαμβάνοντας υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση του Παναγιώτη Πουλίτσα (4.4.1946-18.4.1946), που σχηματίστηκε αμέσως μετά τις εκλογές και στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη (18.4.1946-2.10.1946), που τη διαδέχθηκε. Στον κυβερνητικό ανασχηματισμό μετά το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946, ο Στυλ. Γονατάς επιβεβαίωσε την υποστήριξή του προς το Λαϊκό Κόμμα και ανέλαβε και πάλι υπουργός Δημοσίων Έργων και Ανοικοδομήσεως (2.10.1946-24.1.1947) στην κυβέρνηση του Κων. Τσαλδάρη, υπουργείο που διατήρησε και στην επτακομματική κυβέρνηση του Δημήτριου Μάξιμου (24.1.1947-29.8.1947).
Πριν τις εκλογές του 1950 το ΚΕΦ συγχωνεύθηκε με το ΚΦ και ο Στυλ. Γονατάς πολιτεύθηκε στην περιφέρεια πρώην Δήμου Αθηναίων χωρίς να εκλεγεί. Παρέμεινε μέλος του κόμματος και συμμετείχε στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το 1951, ωστόσο δεν πολιτεύθηκε ξανά. Εμφανίστηκε τελευταία φορά στην πολιτική σκηνή στο Συμβούλιο του Στέμματος το 1965 όπου συμμετείχε ως πρώην πρωθυπουργός. Ο Στυλιανός Γονατάς απεβίωσε στις 29 Μαρτίου 1966.